Wednesday, January 13, 2010

"η πόλη μου είναι μια άλλη πόλη"


Φαίνεται από την πρώτη ακόμη ματιά. Τέσσερις σελίδες με περιεχόμενα χωρισμένα σε πέντε κεφάλαια, καθένα από τα οποία διαιρείται σε πολλά υποκεφάλαια έκτασης λίγων μόνο σελίδων. Το τελικό αποτέλεσμα μπορεί να εντάσσεται στην κατηγορία του μυθιστορήματος, αλλά τα στοιχεία που το συνθέτουν οργανώνονται στη βάση της μικρής φόρμας.
Έτσι παρέχεται στον αφηγητή η ευχέρεια να ελίσσεται ανεμπόδιστα ανάμεσα σε φαινομενικά ασύνδετα πρόσωπα, χρονικά επίπεδα και περιστατικά, με έναν τρόπο που μπορεί στην αρχή να δημιουργεί την εντύπωση του μπερδεμένου παζλ, αλλά σχετικά γρήγορα αποκαθιστά την αίσθηση του ενιαίου συνόλου. Με άλλα λόγια, στιγμιότυπα που μοιάζουν μεμονωμένα αποδεικνύονται αφηγηματικές ψηφίδες ενός μυθιστορηματικού μωσαϊκού ή, ακριβέστερα, αφηγηματικές πινελιές μιας μυθιστορηματικής τοιχογραφίας της σύγχρονης νεοελληνικής πραγματικότητας.
Η μετάβαση από το επιμέρους και αποσπασματικό στο συνολικό και ενιαίο γίνεται με το σταδιακό ξεδίπλωμα του αφηγηματικού μίτου που αφορά μια δολοφονία. Πιο συγκεκριμένα, ο ηγούμενος της Μονής Αγίας Αθανασίας βρίσκεται δολοφονημένος έξω από την εκκλησία κάποιου χωριού της Χαλκιδικής. Ένας δαιμόνιος αστυνομικός αναλαμβάνει να λύσει το μυστήριο. Ποιος είναι ο δολοφόνος; Μήπως ο σαλός που τριγυρίζει ανάμεσα στα χωράφια συνομιλώντας με τα πουλιά ή ο ιερέας της εκκλησίας με το σκοτεινό παρελθόν και το βεβαρημένο ποινικό μητρώο; Ποια εμπλοκή έχει, αν βέβαια έχει, ο αγιογράφος μοναχός ή η δικηγόρος της μονής μαζί με τους δύο αφοσιωμένους φίλους της ή ο διακεκριμένος πανεπιστημιακός δάσκαλος της βυζαντινής αρχαιολογίας; Ποιο ειδικό βάρος διατηρούν γεγονότα που συνέβησαν τριάντα ή σαράντα χρόνια πριν από το φονικό; Και τελικά, ποια σχέση έχει με την υπόθεση το κατεξοχήν πρωταγωνιστικό πρόσωπο της αφήγησης, ο Κύρος Λαύρος, μαζί με τον αθίγγανο φίλο του;
Μέσα από το θρυμματισμένο αυτό αφηγηματικό υλικό αναδύεται μια κερματισμένη κοινωνική πραγματικότητα ατομικών κόσμων, ερμητικής μοναξιάς και ένοχων μυστικών, που συρράπτονται σε ενιαίο σύνολο με κυρίαρχη συγκολλητική δύναμη τον ατομικό μεγαλοϊδεατισμό, την ηθική εκπόρνευση και τον εύκολο πλουτισμό. Είναι το ιδεολογικό χαρμάνι που προέκυψε από την ανάμειξη της εθνικοθρησκευτικής παράδοσης με τις νεοφιλελεύθερες αξίες, για να παγιώσει νέες μορφές δημαγωγίας, ευτέλειας και αριβισμού - που με τον πιο απροκάλυπτο τρόπο εκφράστηκαν στο πρόσφατο σκάνδαλο του Βατοπεδίου.
Με αυτή την έννοια, δεν είναι καθόλου τυχαίο που η δράση εξελίσσεται στη Θεσσαλονίκη. Στη Θεσσαλονίκη που περισσότερο από κάθε άλλη πόλη ασχημονεί στο ιστορικό παρελθόν και στο φυσικό της κάλλος. Στη Θεσσαλονίκη που περισσότερο από κάθε άλλη πόλη ανταλλάσσει το κοσμοπολίτικο πνεύμα με τον φοβικό εθνικισμό και τη θρησκευτική μισαλλοδοξία. Στη Θεσσαλονίκη που περισσότερο από κάθε άλλη πόλη εμπιστεύεται την πορεία της προς το μέλλον στους θασιώτες της πιο οπισθοδρομικής συντήρησης. Ό,τι απομένει ύστερα απ’ όλα αυτά, είναι μια πόλη-φάντασμα, μια πόλη-έκτρωμα, μια πόλη-τέρας. Αμεριμνησία προτιμά να την ονομάσει ο αφηγητής. Και δικαίως.
Αλλά η Θεσσαλονίκη; Πού είναι η Θεσσαλονίκη;
«Η πόλη μου είναι μια άλλη πόλη» ακούμε τον ήρωα να μονολογεί με παράπονο. Η αληθινή πόλη πάει, χάθηκε. Τη ρήμαξαν τύποι σαν τον πανεπιστημιακό δάσκαλο της βυζαντινής αρχαιολογίας, τη μεγαλοδικηγόρο και τον ηγούμενο της μονής, που μετέχουν στις κυρίαρχες αξίες, τις υπηρετούν και τις αναπαράγουν, τη στιγμή που τύποι σαν τον σαλό, τον ήρωα και τον αθίγγανο θέτουν τον εαυτό τους εκτός, πληρώνοντας βέβαια το αναπόφευκτο τίμημα της επιλογής τους.
Αλλά αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε οφείλω να επισημάνω ότι ξενίζει το τέλος του μυθιστορήματος. Φαίνεται κατά τι ανακόλουθο ή, από μια άλλη οπτική, συγκαλυμμένα διδακτικό και σε κάθε περίπτωση ελαφρότερο του αναμενόμενου. Ας σημειώσω και μια πρόσθετη αδυναμία, σχετική προφανώς με την δημοσιογραφική ιδιότητα του συγγραφέα: υπάρχουν σημεία στα οποία η αφήγηση μοιάζει να αποτελεί άλλοθι για την έκφραση ενός στοχαστικού και κριτικού λόγου ή και να ακυρώνεται πλήρως από αυτόν, όπως στο μη αριθμημένο κεφάλαιο («Διάλειμμα: Μια περιήγηση στην Αμεριμνησία»).
Θα ήταν όμως άδικο να μείνω σε αυτά. Γιατί «Το τσίρκο των ψύλλων», πέρα από τις αρετές στη γλώσσα και στην πλοκή, είναι από τα λίγα μυθιστορήματα που ακουμπάνε με τόση τόλμη την επικαιρότητα, από τα ακόμη πιο λίγα που συνδυάζουν τη λογοτεχνική αξία με τον πολιτικό προβληματισμό, και από τα ελάχιστα που καταφέρνουν να απεικονίσουν με τέτοια εμβρίθεια τη νεοελληνική πραγματικότητα.
Και αυτά νομίζω ότι αρκούν, και μάλιστα με το παραπάνω.

Ιχνηλατήθηκε από px Παναγιώτη Χατζημωυσιάδη
Ετικέτες Βιβλιοκριτική
Ανάρτηση Σχολίου 30/12/2009
αναδημοσίευση από
"IΧΝΗΛΑΣΙΕΣ.blogspot.com"

3 comments:

Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης said...

Σας ευχαριστώ για την τιμή της αναδημοσίευσης. Το κείμενο πρόκειται να δημοσιευτεί σε κάποια από τα τεύχη της Αυγής της Κυριακής, με το αληθινό, βέβαια, όνομα του συντάκτη της. Τουτέστιν, Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης.

Σας εύχομαι καλή χρονιά.

Lena. said...

Ανταποδίδω τις ευχές σας,
σε αναμονή και νέων βιβλιοκριτικών.
Λένα Παπαθανασίου

Poet said...

Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι το βιβλίο του Απόστολου θα είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον. Ερεθιστική η κριτική του Παναγιώτη παρέχει ένα πρόσθετο κίνητρο για την ανάγνωση. Και για τη Λέσχη Ανάγνωσης, φυσικά. Με την παρουσία του συγγραφέα που θα υποβληθεί σε ανάκριση τρίτου βαθμού.