Μόλις τέλειωσα την μετάφραση ενός ποιήματος (από τα γερμανικά )του Zbigniew Herbert.Για έναν άγγελο αιρετικό.Το Schemkel.Εναν άγγελο που,"... αν οι αγιογράφοι φτιάχναν όπως ήταν,θα κουβαλούσαν την ενοχή της βλασφημίας τους".Η επιθυμία να ψάξω γι'αυτόν γεννήθηκε κατά τη διάρκεια της ανάγνωσης του τελευταίου βιβλίου του Η.Κουτσούκου "Φάτε μόνοι".
Ο έβδομος άγγελος συνάντησε τον Ηλία Κουτσούκο στις παρυφές του "μπραφ",στο εσωτερικό μονοπάτι της επινόησης,εκεί όπου "είναι σα να ζείς ένα ψέμα που παίζεται στ'αλήθεια,ή μιαν αλήθεια που γίνεται θρύψαλα και ψέμα".Φορώντας μαύρη καπαρντίνα ο Schemkel,με την καύτρα του τσιγάρου ανάμεσα στα δάχτυλα, φωτίζει ένα βιβλίο τόσο δα,ασφυκτικά γεμάτο εν τούτοις από το πάθος ενός εφήβου οργισμένου στα 50+ , όπως και στα 15 του.
Εχω την τύχη να γνωρίζω τον Ηλία Κουτσούκο από παλιά και βρήκα τη νουβέλα απλώς συγκλονιστική. Οσο κι η αλήθεια.Γεύτηκα τις γροθιές του πατέρα,έκλαψα για τον τρελούτσικο,έπαιξα ξύλο με τους γόηδες του σχολείου(αγνοώντας και τη δική μου σωματική διάπλαση).Αναμέτρησα τη δύναμη με το πείσμα της ψυχής .Μύρισα όλα τα αρώματα που κοινωνούν δυό κορμιά γοητευμένα το ένα από το άλλο.
Τότε (και τώρα) ο Κουτσούκος ένας τύπος κάπως αλλόκοτος που βρίζει και μαζεύει εντός του κατακλυσμό εικόνων .Σπάζει -λόγω και έργω- το θολό καθρέφτη της μίζερης ελληνικής επαρχίας και της μικροαστικής πρωτεύουσας της δεκαετίας του '60.(Θα λέει τα σύκα-σύκα -επωνύμως- στο ακόμη πιο θολό τοπίο της ΕΡΤ,κάποιες δεκαετίες αργότερα, τα πρώτα χρόνια του 21ου αιώνα).
Ενας θυμωμένος ερωτευμένος που ονειρεύεται με ήχους και φωνές σε κείνες τις "μέρες ραδιοφώνου",διαβάζει λογοτεχνία, τον κάνει έξαλλο η αδικία και τον εξοργίζει η υποκρισία του συστήματος.Στη βία αμύνεται με αυτοσαρκασμό κι ειρωνεία,μαθαίνοντας να κλαίει με γενναιότητα προς τα μέσα. Οταν αυτό δεν είναι αρκετό,αναχωρεί προς τον "πιο όμορφο κήπο του κόσμου,των μαλλιών της".Διακριτικά κοντά του ένας άγγελος που λέει ψέματα,αλλά μετεωρίζεται μεταξύ ουρανού και προβλήτας για να προσέχει "επτά από εμάς".
Με γλώσσα αβίαστη,φυσική-'οπως μιλάει-ο Κουτσούκος μετατρέπει τον εσωτερικό μονόλογο σε ποτάμι που παρασύρει στην ιστορία του.
Κι ο Schemkel,ούτε ξανθός,ούτε στήριγμα θρόνων και θόλων,ούτε στρατηλάτης.
Μονάχα ΑΤΕΛΗΣ.Και καταδικασμένος από το παρελθόν.
Η προδοσία απλό γεγονός καθημερινότητας στον κόσμο που ζούμε,πάνω ή κάτω,δεν έχει σημασία.Δίπλα στον ήρωα,μέσα στον ήρωα ,με μόνο σκοπό να αποτρέψει τη δική του καταδίκη.Να μην παραιτηθεί από το όνειρο.Να αντισταθεί μέχρι να το ζήσει,να το πλάσει όπως τις ιστορίες του.Με χρώματα του Fra Angelico και "μικρές νυχτερινές μουσικές".Με οργή,έρωτα και τη δύναμη της τρέλας στο μάτι.Να ζήσει τη ζωή όπως θέλει αυτός κι όχι οι δυνατοί του κόσμου.
Οσοι τον ξέρουμε,τον "ίλαρχο της ερημίας" με το "μαύρο πουλί στο βλέμμα",γνωρίζαμε ότι το κατάφερε.Τώρα μάθαμε το πώς.
Περίπου όπως το περιγράφει στους στίχους του ο Mayakovsky:
"...τη ζωή μου σα σκοινί,πάνω απ'την άβυσσο την τέντωσα.Σαν ακροβάτης πέρασα ταχυδακτυλουργώντας με τις λέξεις..."
No comments:
Post a Comment